- Κιδαρία
- Προσωνυμία της θεάς Δήμητρας που λατρευόταν στον Φενεό της Αρκαδίας. Πιθανότατα ονομαζόταν έτσι λόγω του καλύμματος που έφερε στο κεφάλι το λατρευτικό της άγαλμα. Η γιορτή της Κ. Δήμητρας ήταν ετήσια και ονομαζόταν μείζων τελετή. Ο ιερέας φορούσε την προσωπίδα της θεάς, καθώς έφτανε στο ιερό της για να προσευχηθεί, χτυπώντας το έδαφος με το ραβδί του. Η τελετουργική αυτή ενέργεια είχε σκοπό τη γονιμοποίηση της γης.
* * *Κιδαρία, ἡ (Α)προσωνυμία τής Δήμητρος, που λατρευόταν στη Φενεό τής Αρκαδίας.[ΕΤΥΜΟΛ. Πιθ. < κίδαρις].
Dictionary of Greek. 2013.